Η Άννα κατεβαίνει απ′ τη μεγάλη λιμουζίνα
την κοιτάζω μες τα μάτια και γυρίζει από την άλλη
στη χαμένη λεωφόρο έχει στήσει μια βιτρίναπεριμένει μες στο κρύο με σκυμμένο το κεφάλι
Όταν έρχεται στο σπίτι τα χαράματα
και με ρωτάει ψιθυρίζοντας αν μπορεί να μείνει εδώ
δεν ξέρω τι να πω
Λέω Άννα
μείνε εδώ για πάντα
Η Άννα περιφέρεται ντυμένη μπαλαρίνα
τη ρωτάω που συχνάζει μα ποτέ της δε μου λέει
ονειρεύεται πως θα πνιγεί μια μέρα σε πισίνα
με το πρόσωπο στραμμένο στο βυθό θα επιπλέει
Άννα
μείνε εδώ για πάντα
Η Άννα όλο φοράει κάτι παράξενα στολίδια
τη ρωτάω που τα βρήκε μα ποτέ της δε μου λέει
την κουράζει που ρωτάω όλο τα ίδια και τα ίδια
κοιτάζει απ' το παράθυρο τη θάλασσα και λέει
Η Άννα όλο λέει ότι κάποτε θα φύγει
δεν αντέχει πια ανάμεσα σε ύαινες και φίδια
ότι η πόλη αυτή βιάζει τα παιδιά της και τα πνίγει
ότι αισθάνεται διαμάντι πεταμένο στα σκουπίδια
ότι όλοι όσοι προσπαθήσαν να την ταπεινώσουν
στα γόνατα θα πέσουν θα ικετεύουν θα πληρώσουν
Η Άννα έχει στην τσάντα της περίστροφο πιστόλι
σημαδεύει απ′ τη ταράτσα στην καρδιά αυτή την άγρια πόλη
η Άννα λέει πως δεν αντέχει πια, πως έφτασε η ώρα
να συναντήσει το μεγάλο καρχαρία στα Bora-Bora
μείνε εδώ για πάντα
Άννα
μείνε εδώ για πάντα